- Φαρισαίους
- Φαρισαί̱ους , Φαρισαῖοςmasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Papyrus 6 — Manuskripte des Neuen Testaments Papyri • Unziale • Minuskeln • Lektionare Papyrus 6 … Deutsch Wikipedia
Αλεξάνδρα — I Θεά της Λακωνίας, η οποία λατρευόταν στις Αμύκλες και στα Λεύκτρα, όπου υπήρχαν ιερά της. Την παρίσταναν να κρατά λύρα. Αργότερα ταυτίστηκε με την Κασσάνδρα, κόρη του Πρίαμου και δούλα του βασιλιά Αγαμέμνονα. II Περίφημη ζωγράφος των… … Dictionary of Greek
Σαδδουκαίοι — οι / Σαδδουκαῑοι, ΝΜΑ ονομασία τών οπαδών ιουδαϊκής αίρεσης, που ιδρύθηκε κατά τον 3ο π.Χ. αιώνα από τον αρχιερέα Σαδώκ, οι οποίοι ήταν προσκολλημένοι στο γράμμα τού μωσαϊκού νόμου, απέρριπταν την παράδοση, αρνούνταν την αθανασία τής ψυχής και… … Dictionary of Greek
περισσοθρησκεία — ἡ, Α (για τους Φαρισαίους) υπέρμετρη θρησκευτικότητα στην εκκλησιαστική τελετουργία. [ΕΤΥΜΟΛ. < περισσός + θρησκεία (πρβλ. ιερο θρησκεία)] … Dictionary of Greek
φαρισαίος — ο / Φαρισαῑος, ΝΜΑ (στον πληθ. ως κύριο όν.) οι Φαρισαίοι ιουδαϊκή θεοκρατική μερίδα που εμφανίστηκε επί Ιωάννη τού Υρκανού, μεταξύ 135 105 π.Χ., προερχόταν από τους Ασιδαίους και αποτελούνταν από γραμματείς ή νομοδιδασκάλους, εχθρούς τών… … Dictionary of Greek
φαρισαϊκός — ή, ό / φαρισαϊκός, ή, όν, ΝΑ [Φαρισαῑος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Φαρισαίους νεοελλ. υποκριτικός, δόλιος. επίρρ... φαρισαϊκώς / φαρισαϊκῶς ΝΜ, και φαρισαϊκά Ν όπως οι Φαρισαίοι, με υποκριτικό και δόλιο τρόπο … Dictionary of Greek
Αλέξανδρος ο Ιανναίος — Βασιλιάς της Ιουδαίας (103 78 π.Χ.). Πολέμησε χωρίς επιτυχία εναντίον της Κλεοπάτρας και διακρίθηκε για την ωμότητά του προς τους Φαρισαίους. Τον διαδέχτηκε η σύζυγός του Αλεξάνδρα, που προκάλεσε με τις μηχανορραφίες της τον εμφύλιο σπαραγμό του… … Dictionary of Greek
Απόκρυφα — Θρησκευτικά κείμενα που συνδέονται άμεσα με την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Είναι γραμμένα κατά μίμηση των κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής, δεν θεωρούνται όμως κανονικά. Ο όρος σήμαινε βιβλία μυστικά, κρυμμένα, γιατί θεωρούνταν τα ιερά… … Dictionary of Greek
Γραμματείς — Εβραίοι ερμηνευτές του Μωσαϊκού Νόμου (Τορά),των οποίων το λειτούργημα στον ιουδαϊσμό είχε αποκτήσει μεγάλο κύρος, δίπλα στο ιερατείο και στους προφήτες. Κατά τη Βαβυλώνια Αιχμαλωσία διατήρησαν την ισραηλιτική θρησκευτικοφιλολογική παράδοση.… … Dictionary of Greek
Ιωάννης ο Βαπτιστής ή ο Πρόδρομος — (περ. 5 π.Χ. – 27; μ.Χ.).Άγιος και προφήτης της χριστιανικής Εκκλησίας. Ήταν γιος του Ζαχαρία και της Ελισάβετ. Πολύ σύντομα αποσύρθηκε στην έρημο, όπου έμεινε έως το 15o έτος της βασιλείας του Τιβέριου, διάγοντας ασκητική ζωή και κηρύσσοντας την … Dictionary of Greek